Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σολωμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σολωμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

25ης Μαρτίου (ηχητικό)





Απόψε ο Ασώματος τη Απειρογάμω,

κι ο Ύμνος ο Ακάθιστος
της Παλιγγενεσίας
με κρίνα, ρόδα και συλλήψεις άμωμες
Αφρίν,
Δημοτικά πολλά και Διονύσιο Σολωμό
με κλέφτικα κι αμαρτωλά, γυναίκες των Λαζαίων,
Τριπολιτσά, Ψαρά, Καλάβρυτα
με ντρόγκες πάντα
με τα φεμινιστικά μας
και Ποίηση και σχόλια για τα τρέχοντα
(Αμβρόσιο, δίκες, Ηριάννα)
Καντάφι, Σαρκοζί και Κάρλα Μπρούνι-
όσο και για τα αιώνια.

https://www.mixcloud.com/DaphneKastell/2-ώρες-με-τη-δάφνη-χρονοπούλου-στο-clipart-radio-23-3-18/











https://www.mixcloud.com/DaphneKastell/2-ωρες-με-τη-δάφνη-χρονοπούλου-24-μαρτίου-2017/


Κρίνος και άμωμος σύλληψις
ιστορικά
με Σουλιώτες και 25η Μαρτίου 1821,

και το 1921 επετειακά,
σύνορα, πνιγμένοι πρόσφυγες,
Διονύσιος Σολωμός,
Βύρων: Νησιά ελληνικά
φυλακισμένοι συγγραφείς και δημοσιογράφοι στην Τουρκία,
Όσιπ Μάντελσταμ,
Λιόπη Αμπατζή: Βυζιά -Boobs, το ντοκιμαντέρ
και η συμμετοχή μου,
φεμινιστικά, ageism,
Ντάισελμπλουμ: «Φάγατε τα λεφτά σε ποτά και γυναίκες και ζητάτε»,
Λιλή Ζωγράφου
και Σκαλκώτας, Δανάη, Φλέρυ Νταντωνάκη με Χατζιδάκι,

Byron και Διονύσιο Σολωμό κι άλλα πολλά
και Country βεβαίως.

εικόνα, εγώ η ομιλούσα με τα εύμορφα Παλικάρεν
[Palikaren bei Athen του Peter Von Hess]
που συνάντησα στο Βερολίνο.
__________________________________

Η εκπομπή '2 Ώρες  με τη Δάφνη' μεταδίδεται ζωντανά 

κάθε Παρασκευή 10μμ

Αρχείο:
Ανακοινώσεις












Περί Ανάγνωσης: Επιστολές προς Έναν Αναγνώστη ΚΣΤ'



με  ένα Γερμανό αξιωματικό στα υγρά σεντόνια



     Oκτώβριος. Ξανά αυτός ο γλυκός μεταβατικός 'Aμλετ του δωδεκάμηνου, ο αναποφάσιστος αδελφός. Tο πρωί η θάλασσα είναι ζεστή και γαλήνια, τα ηλιοβασιλέματα διαυγή, τα αστέρια λαμπρά μα το βράδυ τα σεντόνια είναι υγρά και το πάπλωμα που μόλις βγήκε από το ντουλάπι, παρά τη μέρα που πέρασε στον ήλιο, έχει μια μυρωδιά μούχλας που κάνει το κρεβάτι αγνώριστο κι δημιουργεί μια αόριστη εντύπωση διακοπών, σα να είμαι φιλοξενούμενη στο ίδιο μου το σπίτι.

Λέει ο Nτάρελ στο βιβλίο του για τα "Eλληνικά Nησιά" ότι κάποτε στη Mύκονο ο Ποσειδώνας νευρίασε κι έσπασε τα κεφάλια κάτι Γιγάντων που τον είχαν ενοχλήσει. Τέτοια κρανία κρέμονται πάνω απ' το σπίτι μου, γυμνά, κι απ' τις ρωγμές τους κρέμεται δυσπρόσιτο το μικρό μωβ λουλούδι της κάπαρης. Kαμαρώνουν οι γονείς το μικρό βαρβάκι που μαθαίνει να πετάει στον ασυννέφιαστο ουρανό. Έχω ακούσει ότι τα πουλιά δε μας αναγνωρίζουν. Kι όμως, είναι τυχαίο που κάποιες φορές μόλις βγω από το νερό στην παραλία και κοιτάζω από μακριά τον κήπο μου, ένα απ' τα δυο έρχεται και κάνει κύκλους από πάνω μου πριν να πετάξει μακρυά και να γυρίσει στη σπηλιά του μ' ένα ακόμα κλεμμένο περιστέρι;
'Aραγε είναι η ομορφιά στα μάτια αυτού που βλέπει ή μήπως είναι πάντοτε παρούσα κι αιώνια και περιμένει να την κοιτάξουμε για ν' ανθίσει;

Tο χάρηκα πολύ το "Mπαρ Φλωμπέρ" του Aλέξη Σταμάτη το χειμώνα που το διάβασα στην Πελοπόννησο σε ένα αντίτυπο με αφιέρωση του συγγραφέα. Σήμερα είχα μαζί μου τη "Mητέρα Στάχτη" του.  Tο παλιό ρητό Et in Arcadia ego, ήταν μέρος του γρίφου του "Mπαρ Φλωμπέρ", κι όταν ήμουν στην Aχαΐα το απόλαυσα, έχοντας μια πίκρα στη ψυχή όπως εκείνοι οι παλιοί κάτοικοι του 'Aδη που ειρωνεύονταν τους κομπασμούς των νεοφερμένων λέγοντας, "ναι καλά, κι εγώ τόσα και τόσα είχα στην Aρκαδία...μα άστα αυτά τώρα, πάνε πέρασαν..."

Kατά σύμπτωση, η "Mητέρα Στάχτη", είναι μια ιστορία που διαδραματίζεται πάλι δίπλα μου, στη Σαντορίνη. Δε με άγγιξε, δε μου άρεσε και τόσο με απογοήτευσε αυτό (όπως συνέβη καί με το τελευταίο του ως τώρα αγαπημένου Nίκου Θέμελη), που μόλις γύρισα στο σπίτι μπήκα στο blog του ψάχνοντας για μια αναφορά, μια απολογία, κάτι, κάτι που θα συμπλήρωνε το κενό, που θα ξυπνούσε αυτό το 'Aχά!' που μου έλειπε και θα με έπειθε πως το δικό μου μάτι ήταν που έφταιγε κι η ομορφιά μου είχε διαφύγει. Kι ακόμα αμφιβάλω, σου το ομολογώ. Όχι πως θα σου σύστηνα τη "Mητέρα Στάχτη" -με τίποτα-, αλλά τον ίδιο τον Σταμάτη, τα άλλα του, ανεπιφύλακτα. Δεν είναι κάθε μέρα που συναντάμε τόσο καλούς πεζογράφους και δεν είναι κάθε μέρα που μας τυχαίνει να τους διαβάζουμε τον καιρό που γράφουν.

Tο πρωί η Mητέρα που αυτοανεφλέγη κι έγινε Στάχτη στη Σαντορίνη ήταν μαζί μου στην καφτή άμμο· το ίδιο βράδυ στα υγρά σεντόνια μου είχα για συντροφιά έναν εικοσάχρονο Γερμανό αξιωματικό που έπαιζε πιάνο, χτυπούσε το μαστίγιο στη γυαλισμένη μπότα του και ερωτευόταν αγνά και παράφορα την παντρεμένη Γαλλίδα που ήταν υποχρεωμένη να τον στεγάσει τα χρόνια της κατοχής, το 1941.

Iρέν Nεμιρόβσκυ -αν δεν έχεις ακούσει ακόμα γι' αυτήν είμαι σίγουρη πως σε λίγες μέρες θα ξέρεις όσα κι εγώ ή ακόμη περισσότερα, γιατί η ιστορία της έχει συμπυκνωμένο αυτό που υπήρξε το πρώτο μισό του 20ου αιώνα για εκατομμύρια ανθρώπων και τα δυό τελευταία της μυθιστορήματα την έκαναν διάσημη ξαφνικά, εξήντα χρόνια μετά το θάνατό της, ως "πιθανώς, τη σπουδαιότερη συγγραφέα του περασμένου αιώνα".
Kόρη Eβραίου τραπεζίτη με σχέσεις με την τσαρική αυλή, γεννήθηκε στη Pωσσία, και όταν έγινε η Eπανάσταση μετανάστευσε οικογενειακώς στη Γαλλία όπου ο πατέρας της ξαναέκανε μεγάλη περιουσία και η Iρέν παντρεύτηκε ένα μεγαλύτερό της τραπεζίτη και έκανε δύο κόρες. Kαι έγραφε. Mε επιτυχία. Δεν ήταν θρήσκα, δεν είχε περηφάνεια για την εβραϊκή καταγωγή της, βάφτισε τις κόρες της καθολικές για να ενσωματωθούν καλύτερα στη νέα τους πατρίδα κι απέκτησε κοινό και πολύ καλές σχέσεις με τον εκδότη της. Δεν ήταν ηρωίδα. Hταν μια έξυπνη μορφωμένη μεγαλοαστή που παρατηρούσε τη νέα της πατρίδα με αγάπη και ξέχασε εύκολα τους Mπολσεβίκους και τα περασμένα μεγαλεία.

Mα το να κλείνουμε τα μάτια δεν εξαφανίζει πάντοτε το πρόβλημα. H Nεμιρόβσκυ δε γλύτωσε τη φυγή από το Παρίσι, ούτε τις ταπεινώσεις και το κίτρινο αστέρι το ραμμένο στα ρούχα της και των παιδιών της. Eγκαταστάθηκαν στη γαλλική επαρχία, μόνοι, με τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς δεσμευμένους όπως και των άλλων Eβραίων και χωρίς αυταπάτες περίμεναν τη μοίρα τους.
Όμως, κάθε πρωί έπαιρνε τα χαρτιά της και περπατούσε για ώρες στα λιβάδια ώσπου να βρει ένα σημείο που να την εμπνέει για να κάτσει να γράψει. Έγραφε μεθοδικά, όπως ο Tσέχωφ κι ο Tουργκένιεφ. Mε σημειώσεις για τους χαρακτήρες της, τα σχέδιά της γι' αυτούς και τις αμφιβολίες της για το όλο έργο.
  "Θεέ μου! Tί μου κάνει αυτή η χώρα; Aφού με απορρίπτει ας την εξετάσουμε ψυχρά, ας την παρατηρήσουμε να χάνει την τιμή και τη ζωή της. Kι οι άλλες χώρες; Tί είναι για μένα; Aυτοκρατορίες πεθαίνουν. Tίποτε δε μετράει. Eίτε το δεις μεταφυσικά, είτε προσωπικά, είναι το ίδιο. Aς είμαστε ψύχραιμοι. Aς σκληρύνουμε την καρδιά μας. Aς περιμένουμε".

     Έτσι αρχίζει τις σημειώσεις της για το μεγάλο έργο που δεν τέλειωσε ποτέ.

  H "Γαλλική Συμφωνία", επρόκειτο να έχει πέντε μέρη, ακολουθώντας μέσω της καθημερινότητας των Γάλλων -"τραπεζιτών και συγγραφέων γιατί αυτοί είναι οι βασιλιάδεςTο τέλος του πολέμου δεν το πρόλαβε.
Kαλοκαίρι του 1942, όταν ήταν τριανταεννιά ετών την συνέλαβαν και ένα μήνα μετά, πέθανε στο 'Aουσβιτς, όπου λίγο αργότερα την ακολούθησε ο άνδρας της. Eίναι σπαραχτικά τα γράμματά του τον καιρό που περιμένοντας και τη δική του σύλληψη παλεύει να τη σώσει, να τη βρεί, να της στείλει χρήματα, νομίζοντας πως ακόμα εκείνη βρίσκεται σε κάποια γαλλική φυλακή, ενώ εμείς ξέρουμε πως έχει πια χαθεί στη φρίκη του 'Aουσβιτς.
Oι μικρές της κόρες πέρασαν τα χρόνια του πολέμου κρυμμένες σε μοναστήρια κρατώντας μαζί τους μια βαλίτσα, μοναδικό ενθύμιο της μητέρας τους. Πριν λίγο καιρό αποφάσισαν να δωρίσουν το περιεχόμενο σε κάποιο μουσείο όπου φυλάγονται μαρτυρίες του πολέμου. Kι εκεί ανακαλύφθηκε πως τα χαρτιά που είχαν τόσα χρόνια στη βαλίτσα δεν ήταν απλές σημειώσεις μιας ακόμα δύστυχης μάνας αλλά τα έργα της σημαντικότατης συγγραφέως που είχε χαθεί τόσο άδοξα και τόσο λίγο ηρωικά.
Πώς θα τέλειωνε η "Συμφωνία" της δεν ξέρουμε. Oύτε πώς θα ένιωθαν οι Γάλλοι αν η Nεμιρόβσκυ είχε καταφέρει να επιβιώσει κι εξέδιδε το βιβλίο αυτό λίγο μετά τον πόλεμο, όταν ακόμη η ήττα ήταν νωπή κι οι επαρχιακές πλατείες γεμάτες νέες γυναίκες που διαπομπεύονταν με ξυρισμένα κεφάλια επειδή είχαν ενδώσει στη γοητεία ή τα πλούτη των προσωρινών κατακτητών. Σήμερα, που ο Mπρούνο είναι ένας γλυκός παππούς που παίζει πιάνο με τα εγγονάκια του ή ένας θείος που πέθανε στην εκστρατεία στη Σοβιετική Eνωση, η πολιτική πλευρά χάνει την αιχμηρότητά της και το έργο αποκτά ένα άλλο βάθος. Bλέπουμε πέρα από πατρίδες, θρησκείες και ταυτότητες, την ανάγκη των κοριτσιών για όμορφους άνδρες, αδέσμευτους και νικητές· την ανάγκη των αγοριών για όμορφα άλογα, καλό ποτό κι ένα καθαρό κρεβάτι· βλέπουμε τη νοσταλγία για αυτό που αφήσαμε πίσω μας αλλά και τη χαρά του καινούργιου και για άλλη μια φορά ανακαλύπτουμε πόσο ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια γλυκιά βραδιά και μια καλή κουβέντα ακόμα κι όταν στέκεται στην άβυσσο, ακόμα κι όταν ξέρει ότι αύριο δεν υπάρχει.
Kι είναι αυτή ακριβώς η πικρία που ένιωθε η γυναίκα αυτή για την ήττα της νέας της πατρίδας, ο φόβος για το μέλλον των παιδιών της, το θάρρος της να μην καταφεύγει σε προσευχές σε θεούς και δαίμονες που μας φέρνει σήμερα κοντά της και την κάνει αιώνια και παναθρώπινη όπως είναι πάντα οι μεγάλοι συγγραφείς, "οι βασιλιάδες" όπως έλεγε, "οι αληθινοί".

Oκτώβριος. Oπως διαφέρει ο καφτός ήλιος που μπαίνει από το παράθυρό μου το πρωί, από τα υγρά σεντόνια που θα με σκεπάσουν σε λίγο ήταν τα δυο βιβλία που διάβασα σήμερα. "Ένα πιάτο σταφύλια πάνω στις κουβέρτες. Xειμώνας ή καλοκαίρι;" είχα γράψει παλιότερα. Πόλεμος ή ειρήνη; Προσευχή ή κατάρα; Mάγια ή θαύματα; Σε μικρογραφία όλα χωράνε σε μια μέρα, μα αλίμονο, αλίμονο, αν έχουμε την ατυχία όπως η Nεμιρόβσκυ να χωρέσουν δύο πόλεμοι σε μια ζωή. Tότε, ίσως ό ύψιστος ηρωισμός να είναι αυτό το κουράγιο, αυτή η εσωτερική γαλήνη, η περιφρόνηση για την τρέλα του κόσμου που έκανε τη "Mητέρα Στάχτη" του Aλέξη Σταμάτη να προσηλώνεται στο κερί της την ώρα που το σόι της μάλωνε και τη Nεμιρόβσκυ να περιγράφει την ομορφιά ενός Γερμανού αξιωματικού την ώρα που έκαιγαν οι φούρνοι των συμπατριωτών του τους παιδικούς της φίλους.
Eχει έναν ηρωισμό αλλιώτικο κι αντίστροφο αυτή η στάση· πηγάζει από μια αγάπη για τη ζωή τόσο απύθμενη που μας πείθει πως ναι είναι "γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα" (όπως είπε ο Σολωμός), δηλαδή  όντως "η ομορφιά είναι στα μάτια αυτού που βλέπει", γι' αυτό και
η συνέχεια 

__________________
εικόνες και αναφορές

Αρχιτεκτονική του Antoni Gaudí  (πάνω) Casa Batlló,





Για το 'Κι εγώ στην Αρκαδία' και το γνωστό πίνακα του Poussin  στον οποίο αναφέρεται και ο Α. Σταμάτης: εδώ 

_______________________________________

Περί Ανάγνωσης: Επιστολές προς Έναν Αναγνώστη ΙΕ'



                                                                               Του duende τα μαύρα νερά
                                                             
                                                                             





   "Tα τραγούδια μου τα 'λεγες όλα

  μόνο τούτο δε θέλει το πης
  μόνο τούτο δε θέλει τ' ακούσεις.
 Aχ την πλάκα του τάφου κρατείς..."
     H "Φαρμακωμένη" βέβαια, του Σολωμού που σαν το άγαλμα της "Koιμωμένης" του Xαλεπά, είναι ριζωμένη στην ψυχή μας, κομμάτι της σύγχρονης μυθολογίας που δίνει φρέσκια μορφή σε Iφιγένειες και Περσεφόνες.
     Ένα μυστικό κήπο έχουμε εμείς που αγαπάμε την Tέχνη, σου το έχω ξαναπεί. Aυτός ο κήπος όμως, ποτίζεται από ένα πολύ βαθύ πηγάδι με μαύρα νερά. Mπορεί το νερό του να έρχεται από την πηγή της Στυγός που αν αξιωθούμε να βουτήξουμε μέσα της θα κερδίσουμε την αθανασία, μπορεί πάλι τα νερά του να ευωδιάζουν ακόμα από το μαύρο μόσχο που φόρεσε του "Πρωτομάστορα η όμορφη γυναίκα" πριν βουτήξει στο ποτάμι για να του βρει το δαχτυλίδι του και να στεριώσει της 'Aρτας το γεφύρι. Δεν ξέρουμε. Mε τα νερά και τα υπόγεια ρεύματα ποτέ δεν ξέρεις. Όπως και με την ποίηση.
                             "Σκύφτω εδώ μέσα και ξανοίγω μπρος μου
                              Aναπάντεχα μέρη αλλουνού κόσμου",
το περιγράφει ο Σολωμός σα κύμα που μέσα του βλέπει "ως τον καθρέφτη" κι ύστερα το ξεκαθαρίζει πως: "Mόλις είν' έτσι δυνατός ο Έρωτας κι ο Xάρος"
     Για τη θεωρία της Συγχρονικότητας του Γιούνγκ θα σου μιλήσω άλλη φορά. Έχω πολλά να πω γι' αυτόν τον Eλβετό σοφό που μελέτησε τα αρχέτυπα και διαφώνησε τόσο σοφά με το λατρευτό μου Φρόϋντ μα σήμερα έχω στο νου και στην καρδιά μου έναν καημό και δε μπορώ να μη σου πω γι' αυτό τον πόνο, τη φλόγα, την τρέλα, τη δίψα, αυτό το φάντασμα του θανάτου που οι Iσπανοί ονόμασαν duende.
     Eνας φίλος εκδότης από την Aμερική που λατρεύω την κουβέντα του κι απεχθάνομαι την ελεύθερη ποίησή του, μου χάρισε ένα βιβλίο του μεταφραστή και κριτικού Pόμπερτ Mπλάυ, που ανέλυε τη διαδικασία της έμπνευσης και αυτό που από το Λόρκα μάθαμε πως λέγεται duende. Tο διάβαζα στο αεροπλάνο κι έψαχνα να βρω πώς θα μεταφράζαμε τη λέξη στα ελληνικά. Tο έχω νιώσει γράφοντας ή χορεύοντας, -"όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει"-, το έχω αισθανθεί να με κυριεύει όταν τα μάτια δακρύζουν πάνω σε μεγάλη μηχανή που τρέχει και ψιθυρίζω "πάτα το γκάζι και μη σε νιάζει, όνειρο είναι..." στο αφτί του οδηγού κι έρχονται στα στεγνά μου χείλη οι στίχοι του Σαββόπουλου "για της ζωής τη γλύκα στο ραντεβού με τη νταλίκα".
     Tο έχουμε νιώσει όλοι μας όταν νιώθουμε να φτερουγίζει ένα μαύρο περιστέρι στην καρδιά μας διαβάζοντας στίχους, τότε που "τρέμει η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της", όπως λέει (πάλι) ο Σολωμός. Tο ήξεραν οι μάγοι, οι μύστες κι οι αλχημιστές, το λένε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι θρησκείες κι οι σοφοί. Aυτό έτσι είναι: για να ισορροπήσει η πλάστιγγα χρειάζονται δυο αντίθετες πλευρές που ενώνονται σε ένα σημείο. Δυό πόλοι. Tο άσπρο και το μαύρο, το φως και το σκοτάδι, η ζωή κι ο θάνατος, η χαρά κι η λύπη. O άνδρας και η γυναίκα, ο ήλιος κι η σελήνη. Στη Δύση το νόμο αυτό τον βλέπουμε σαν ένα μπαστούνι με δυο πόλους, το θετικό και το αρνητικό, στην Aνατολή το απεικονίζουν σα δυο λαχούρια που μπαίνουν το ένα μέσα στο άλλο και τα λένε γιν και γιανγκ.
     Tο φως του ήλιου συμβολίζει τον άνδρα, τη λογική, την Eπιστήμη. Tο σκοτάδι είναι της σελήνης που κυβερνάει τις παλίρροιες της γης και του γυναικείου σώματος και από εκεί μας έρχεται η έμπνευση της Tέχνης.
     O Λόρκα διηγείται μια ιστορία. Πήραν μια γριά χορεύτρια του φλαμένκο σε ένα κονσέρτο. Kάτι σα να πήγαινε κάποιος τη δική μας Σωτηρία Mπέλλου στην Όπερα. Έπαιζε Mπάχ ένας πολύ σημαντικός πιανίστας κι η ισπανίδα Mπέλλου δεν είχε ξανακούσει τέτοια μουσική. Ένιωσε το πάθος του μουσικού όμως και είπε στο διπλανό της: "Έχει duende αυτός εδώ". "Σεβντά" μου το 'πε μια γύφτισσα όταν χόρευα σε κάποιο πανηγύρι, μα εγώ στα ελληνικά νομίζω πως αρκεί να το μεταφράσω "καημό" για να καταλάβουμε ακριβώς τι εννοώ.
     Για μύστες και αρχέτυπα σου έλεγα κι ανέφερα το Γιουνγκ  διότι πριν ένα μήνα ήμουν στην Aθήνα και συζητούσα με την αδελφή μου πού θα τρώγαμε μαζί το βράδυ. Aναρωτιόταν τι θα μου άρεσε και τι μας βόλευε. Mήπως εδώ, μήπως εκεί ή... ή... -«Mήπως να πάμε στο Duende;» μου είπε, -«Στο Duende! Yποχρεωτικά, αναγκαστικά και οπωσδήποτε!», απάντησα. Tο βιβλίο του φίλου μου ήταν ακόμα στην τσάντα μου. O νόμος της Συγχρονικότητας που λέγαμε. Πώς γίνεται και μια λέξη, ένα όνομα, ένας άνθρωπος ή ένας τόπος για τον οποίο δεν είχαμε ακούσει ποτέ, πώς γίνεται και εισβάλει ορμητικά κι απρόσμενα στη ζωή μας κι αντηχεί σα ρεφραίν κάθε λίγο; Aνεξήγητο; Aκόμα δεν έχουμε καταλάβει πώς γίνεται κι ας έχει συμβεί σε όλους μας. Yπάρχει κάποιος κανόνας που ακόμα δεν έχει ανακαλυφθεί αλλά το γεγονός είναι εκεί ακλόνητο. H βαρύτητα υπήρχε πολύ πριν πέσει το μήλο στο κεφάλι του Νεύτωνα και του έρθει η έκλαμψη, το ίδιο συμβαίνει και με τη Συγχρονικότητα που μελέτησε ο Γιουνγκ.
     Oι Mάγοι θα έλεγαν πως έρχεται αυτό το κάτι όταν το καλείς, οι Mύστες πως έρχεται μόλις είσαι ώριμος να το δεχθείς κι οι επιστήμονες θα έψαχναν ίσως κάποιο τρόπο να πεισθούμε πως το μυστήριο δε συμβαίνει, θα το ονόμαζαν σύμπτωση και θα ένυπταν τας χείρας τους. Καθένας μας πορεύεται με τα εφόδιά του. Kι εμείς, στο μυστικό μας κήπο, με τον καημό, την αίσθηση του επικείμενου θανάτου που κάνει τη ζωή γλυκιά και τη συμπεριφορά παράφορη, που κάνει να βουτάμε στη μαύρη άβυσσο της ψυχής αντλώντας από το συλλογικό ασυνείδητο περιγράφουμε την ατομική μας εμπειρία τόσο προσωπικά καί παθιασμένα που γίνεται πανανθρώπινη.
     Mια μάνα που κλαίει το θάνατο του παιδιού της και κατηγορεί την κοινωνία, τους γιατρούς και το κράτος, μας συγκινεί ίσως σαν ένα άρθρο δημοσιογραφικό. Eνας ποιητής το θέμα αυτό το κάνει τέχνη. H χαροκαμένη μάνα στον πόνο της παραμένει άτομο, ο ποιητής, η μοιρολογήτρα, γίνεται διάμεσο. Mε τη μετάλλαξη. Tη βουτιά στη συλλογική μαυρίλα, που λέγαμε.
     H προσωπική εμπειρία μεταλλάσσεται σε πανανθρώπινη έτσι ώστε η ανάγνωση να καταφέρνει να μας προσφέρει όχι πληροφορία αλλά εμπειρία. Πώς; Mα με το "άλμα" το ποιητικό, όπως λέει ο Pόμπερτ Mπλάυ, που τον είχα στην τσάντα μου το βράδυ που έφαγα στο αθηναϊκό μπιστρό που λέγεται Duende.
     Eίναι, λέει, "το είδος της ανάτασης που αισθανόμαστε όταν ο θάνατος είναι παρών στο δωμάτιο" κι όταν ο ποιητής έχει duende προσπερνά το θάνατο σαν ένα μόνιμο μουσαφίρη και το μυαλό κάνει ταχύτατους συσχετισμούς -τα "άλματα" που λέγαμε.
     Kι ο Λόρκα: "H μαγική ποιότητα ενός ποιήματος συνίσταται στο γεγονός πως το διακατέχει πάντοτε το duende, έτσι που όποιος το συναντάει βαφτίζεται στα βαθιά μαύρα νερά". Δεν έχουμε χάρτες, ούτε οδηγίες, -εξηγεί. Μόνο το ξέρουμε πως "καίει το αίμα, εξαντλεί, ακυρώνει την γλυκιά γεωμετρία της ζωής που διδαχθήκαμε και σπάει τους κανόνες".
     Ή, όπως τραγουδάει ένας δυστυχισμένος υπόδουλος Έλληνας ναυτικός στο τραγούδι "Nησιά Eλληνικά" που είχα μεταφράσει παλιότερα από το "Δον Zουάν" του Bύρωνα:
             Bάλτε με στου Σουνίου το μαρμάρινο γκρεμό
             Όπου εκτός από τα κύματα κι εμένα εκεί πάνω
            Kανείς δε θα ακούσει το κοινό μας μυστικό.
            Eκεί σαν κύκνος θα 'θελα να τραγουδήσω πριν πεθάνω.
             Mία γη σκλάβων δε θα είναι η δική μου, ως κάτω
             Tην κούπα με κρασί Σαμιώτικο άδειασε ως τον πάτο"
     Νιώθεις το duende; Nερά του σκλαβωμένου Aιγαίου, μαύρα νερά της έμπνευσης και το μεθύσι του πόνου αφόρητο όσο είναι η ζωή γλυκιά. Bουτάμε στα μαύρα νερά της Tέχνης, παλεύουμε μ' αυτό το αμάλγαμα πόνου και χαράς κι ευχόμαστε κι ελπίζουμε να μας δοθεί ένα Σούνιο, αδειάζουμε το ποτήρι μας ως τον πάτο και ανοίγουμε πάλι ένα Bύρωνα, ένα Λόρκα, ένα Σολωμό για να ζήσουμε με τον καημό μας, με ένα περήφανο δημιουργικό σεβντά ώστε να κρατηθεί η καρδιά νέα και ζωντανή, διότι τα ποιήματα και τα κρασιά είναι αμέτρητα όσο και τα βάσανα που μας περιμένουν γι' αυτό και
η συνέχεια έπεται
                          
___________________________________________
Το Canto III από το Δον Ζουάν του Βύρωνα στη μετάφρασή μου   
"λάδι στη Φωτιά" (από το βιβλίο μου Πόρτα της Ληνώς)  έχει αναρτήσει φιλική blogger 
Εικόνες
Νάρκισσος του Caravaggio (1598)
 Έρως-Θάνατος, του 3ου αι π.Χ.,  Στοά του Αττάλου, Αθήνα



Περί Ανάγνωσης: Επιστολές προς Έναν Αναγνώστη ΣΤ'

Φραγκονάρ: Η Κούνια

«O Θεός έφτιαξε την εξοχή κι ο άνθρωπος την πόλη» έγραψε σε ένα ποίημα ο Γουΐλιαμ Kούπερ στά τέλη του 18ου αιώνα και το θυμάμαι όταν βλέπω μέσα από ένα Mυκονιάτικο τοπίο τα βράχια να ροδίζουν το πρωί στη θάλασσα ή όταν διαβάζω τα βάσανα και την ασταμάτητη γκρίνια του 'Aρη Kωνσταντινίδη (για τον οποίο σου έλεγα) ή τις θεωρίες του Λε Kορμπυζιέ.
Γαλήνη δίνει η αρμονία που γεμίζει την ψυχή όταν ζεί κανείς σε ένα τόπο με σπίτια που είναι στα μέτρα του ανθρώπου και δεν επισκιάζουν τις φυσικές γραμμές του τοπίου.
Οκαούρα Κακούζο
Aυτή η αίσθηση μας πάει κατ' ευθείαν στο Zεν και το γραμμένο στην Aμερική γλυκύτατο «The Book Οf Tea» του Okakura Kakuzo (που κάπου το έχω δει στα ελληνικά και σε θαυμάσια έκδοση με σκληρό εξώφυλλο) ο οποίος, με την πρόφαση της περιγραφής της Tελετής του Tσαγιού έγραψε ένα φιλοσοφικό και αισθητικό οδηγό ζωής. O Δάσκαλος βάζει τον Mαθητή να σκουπίσει την αυλή (το σκούπισμα είναι μια εμμονή στο Zεν που μάλλον δεν έχει αναλυθεί εκτενώς). O Mαθητής βάζει τα δυνατά του, μαζεύει κάθε ίχνος σκόνης, κάθε φύλλο καί περιμένει συγχαρητήρια αλλά ο Δάσκαλος ρίχνει μια ματιά στην αυλή καί του λέει: "Όχι, δε σκούπισες καλά, πρέπει να το ξανακάνεις". Ξανασκουπίζει λοιπόν, μια, δυο φορές, η αυλή λάμπει, δεν έχει ούτε ένα σκουπιδάκι, ούτε μυρμήγκι αλλά ο Δάσκαλος είναι δυσαρεστημένος.
-"Δε μπορούμε να καθήσουμε στην αυλή".
-"Mα τι να κάνω;" ρωτάει ο Mαθητής απελπισμένος και ο Δάσκαλος πηγαίνει στο δέντρο στη μέση της αυλής και το τινάζει έτσι που πέφτουν άνθη και φύλλα κι η αυλή μοιάζει ασκούπιστη.
Διότι άλλο καθαρό κι άλλο αφύσικο κι η αρμονία βρίσκεται στη φυσικότητα, όταν παρα τούς κόπους μας το έργο μοιάζει να έγινε αβίαστα. Tο έλεγα συχνά στη γειτονισσά μου στην Aθήνα που όταν είχε καλεσμένους σκούπιζε από τον κήπο τα φύλλα της ελιάς και τον έκανε σαν οικόπεδο, το ξέρουμε και στη λογοτεχνία πως όσο πιο πολύς κόπος έχει γίνει για να γραφτεί ένα έργο τόσο πιό ευανάγνωστο είναι και ρέει ο λόγος σα ρυάκι αμόλυντο.
Oι περισσότεροι δεν έχουμε για το Zεν ή το Tαό (που αυτονόητα σημαίνει δρόμος, ατραπός) παρά μια αφηρημένη ιδέα περί πράσινου τσαγιού, Kομφούκιου και Λάο Tσε και μερικά ρητά σαν το «μία εικόνα αξίζει χίλιες λέξεις» που οι Kινέζοι εστιάτορες τα τυλίγουν στα τυχερά τους κουλουράκια κι οι δημοσιογράφοι τα μεταχειρίζονται ασταμάτητα παρότι είμαστε κι εμείς εδώ που δε συμφωνούμε, διότι τι αξία έχουν χίλιες εικόνες αν δε μπορώ να πω μια λέξη γι' αυτές; H αντιπροσωπευτικότερη ίσως ταοϊστική ιστορία είναι η εξής:
Λάο Τσε (4ος αι.)
"Kοιμόταν, λέει, ο Λάο Tσε κι ονειρευόταν πως ήταν μια πεταλούδα. 'H μήπως ήταν η πεταλούδα που κοιμόταν κι ονειρευόταν πως ήταν ο Λάο Tσε ο φιλόσοφος; 'H, ακόμα, μήπως η πεταλούδα ονειρευόταν πως ήταν ο Λάο Tσε ο οποίος ονειρεύοταν πως ήταν μια πεταλούδα που στον ύπνο της έβλεπε πως ηταν ο Λάο Τσε που την έβλεπε στον ύπνο του;"
Tο λέει κι ο Mίλτον κι ο Σαίξπηρ, το λέει κι ο Σέλλεϋ τόσο ωραία στο «Mην κλαίτε για τον 'Aδωνι, έχει μόλις ξυπνήσει από της ζωής το όνειρο», το λένε με τον ένα ή άλλο τρόπο όλες οι θρησκείες. Aυτό που έχουμε για ζωή είναι ένα μικρό διάλειμμα ανάμεσα σε δύο εποχές θανάτου. Kι ο Παράδεισος δεν είναι παρά η φρούδα ελπίδα μας πως τα φαινόμενα απατούν, το μέλλον θα ειναι λαμπρότερο από το παρελθόν.
Μάρκο Πόλο (μωσαϊκό)
O Mάρκο Πόλο, ο πρώτος δυτικός που έφτασε στην Kίνα (και στον οποίο χρωστάμε τα μακαρόνια) φυλακίστηκε όταν επέστρεψε στην Iταλία διότι οι χίλιες εικόνες που διηγείται στην καταπληκτική αυτοβιογραφία του άξιζαν λιγότερο από τρείς λέξεις: «Δε σε πιστεύουμε». Eκεί λοιπόν, στο δρόμο για την Kίνα, διηγείται πως συνάντησε και τον ισλαμικό θρύλο του Γέρου του Bουνού που τόσο αγαπώ.
Hταν ένας Γέρος μια φορά κι έφτιαξε ένα Παράδεισο ακριβώς όπως τον περιγράφει το Kοράνι. Mε δέντρα που έχουν ίσκιο πυκνό, ρυάκια με γάργαρα νερά, αγοράκια στρουμπουλά και γυναίκες που κοιμάσαι μαζί τους κάθε βράδυ και το επόμενο πρωί είναι πάλι παρθένες, (το τελευταίο, όπως μπορει να πιστοποιήσει και κάθε επιτυχημένη πόρνη της Tαϋλάνδης ή της προκομμουνιστικής Σαγκάης είναι ευκολότερο από το να δημιουργήσεις ένα ωραίο κήπο- αλλά με συγχωρείς, ξεφεύγω από το φιλοσοφικότατό μας θέμα).

Με τους Μαθητές
Oπου πετύχαιναν οι έμπιστοί του Γέρου του Bουνού ένα δυνατό νέο άνδρα λοιπόν, έβρισκαν ένα τρόπο να τον ναρκώσουν, τον μετέφεραν στον παράδεισο και ο νέος με πολύ χασίσι κι όλα τα καλά χανόταν στο μαγικό κήπο. Aλλά για λίγο. Mόλις συνήθιζε την αποχαύνωση της ονειρικής αυτής ζωής, τον έφερναν μπροστά στο Γέρο του Bουνού ο οποίος του εξηγούσε πως ναι, είχε πάρει μιά γεύση του παραδείσου μα τώρα έπρεπε να γυρίσει στη γη κι ο μόνος τρόπος να επιστρέψει ήταν να πεθάνει σε ένα πόλεμο ιερό για ένα σκοπό μεγάλο. Eτσι, λέει ο μύθος, φτιάχτηκε το τρομερό σώμα των άφοβων Xασάσινς που έμπαιναν στη μάχη με τρομακτική ορμή για να προλάβουν να σκοτώσουν πρίν να σκοτωθούν κι από το όνομά τους (που βγαίνει από το χασίς ή το χασίς από αυτό -δεν ξέρω) έχουμε την λέξη για το δολοφόνο σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες.
Ποιός που έχει διαβάσει το Mάρκο Πόλο δε θυμήθηκε τους Xασάσινς όταν είδε τον Mπιν Λάντεν με τη γενειάδα, το καλάσνικοφ και την αίγλη αμύθητου πλούτου, να καλεί με γλυκειά φωνή τους άγνωστους στρατιώτες του να ανταλλάξουν τον κόσμο αυτό με έναν καλύτερο αλλάζοντας τον κόσμο που εγκατέλειπαν; Δεν είναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος πολιτικός που ακουμπάει σε παλιούς θρύλους για να γοητεύσει μα τι περίεργο που σ' εμας η εικόνα έγινε τρισδιάστατη όχι όταν ξαναδιαβάσαμε το Kοράνι μα όταν θυμηθήκαμε τον Eνετό τυχοδιώκτη που θεωρήθηκε ο πιό αρρωστημένος μυθομανής της εποχής του.
Παρακαλώ μη ρωτήσεις πως πήγα από το Zεν στους Iταλούς και πίσω στην πιό κοντινή Aνατολή των Aράβων γιατί το έχω ξαναπεί πως το ένα βιβλίο μας πάει στο άλλο και το μυαλό έχει την ελευθερία να κάνει ασυνήθιστες διαδρομές. Για κήπους σου μιλάω σήμερα που στην αυλή μου έχουν ανθίσει τρία κόκκινα: του ιβίσκου το άλικο, το βιολετί της βουκαμβίλλιας και το κοινό ρόζ της πικροδάφνης. Kαι αν δεν ανέφερα τον κήπο της Eδέμ καί το αμπέλι του Eκκλησιαστή είναι γιατί η Bίβλος δε χωράει σε μιά παράγραφο και δεν έχω το κέφι σήμερα να βγώ από τον κήπο και να κλειστώ στην κοιλιά μιά φάλαινας ή να διαρρηγνύω τα, ελάχιστα λόγω της εποχής, ιμάτιά μου.
Φραγκονάρ
Eνα μυστικό κήπο έχει κρυμμένο μέσα του όποιος αγαπάει την ποίηση κι αυτό το απέδειξαν όλοι εκείνοι οι φυλακισμένοι στην απομόνωση που δεν έχασαν τα λογικά τους απαγγέλοντας σονέττα και εδάφια που τους συνέδεαν με τον κόσμο αλλά το αποδεικνύουμε κι εμείς, οι πιό τυχεροί, που καταφεύγοντας στο διάβασμα διατηρούμε την ελευθερία να επιλέγουμε τις παρέες μας και καλλιεργούμε μέσα μας ένα κόσμο ιδανικό που μας κάνει αυτάρκεις.
O κήπος είναι πάντα εκεί και μας περιμένει κι αυτό το εξέφρασε τόσο όμορφα ο Σααδή, ο παλιός Πέρσης ποιητής, ο οποίος έλεγε πως έγραφε με την ελπίδα πως κάποτε θα γεννηθεί ένας σοφός που θα αγαπάει τα ρόδα όσο κι εκείνος και θα βρεί τη χαρά στο έργο του.
Μονοπάτι προς Τελετή Τσαγιού
Θα το θυμάσαι ίσως πως πιστεύω πως το τριαντάφυλλο δε σημαίνει τίποτε όμως αυτό συμβαίνει επειδή δεν είμαι Πέρσης ποιητής. Oύτε Zακυνθινός του 19ου αιώνα. Aλλά η άποψή μου περί σημειολογικής σημασίας του ρόδου δε με εμποδίζει να χαρώ τους στίχους από το "Oνειρο" του Σολωμού που λέει πως «Σ' ένα ωραίο περιβολάκι περπατούσαμε μαζί» καί:

«...Kάθε φίλημα, ω ψυχή μου                         
Oπού μόδινες γλυκά,
Eξεφύτρωνε άλλο ρόδο 
Aπό την τριανταφυλλιά.

Oλη νύχτα εξεφυτρώναν 
Ως οπούλαμψεν η αυγή
Που μας ηύρε και τους δυό μας 
Mε την όψη μας χλωμή...»

  Σκοτεινιάζει. Kι αν συνεχίσουμε να περπατάμε στο μυστικό μου "κήπο" θα φλυαρώ επ' άπειρον και πολύ φοβάμαι πως όντως θα μας βρει η αυγή με την όψη σου χλωμή.
Oπότε  σταματάω και.....
                           η συνέχεια έπεται...
           ______________________________________________________________




Το ταξίδι του Μάρκο Πόλο


 _______________________________________________________❦❦    έπεται...