Από το polispost
Tην συνάντησα ένα χειμωνιάτικο απόγευμα . Είχαμε μιλήσει λίγες μέρες
πριν και αποφασίσαμε να συναντηθούμε σε ένα ήσυχο μέρος για να συζητήσουμε με άνεση.
Γνώριζα ένα τέτοιο "στέκι" ήσυχο και με χαλαρή ροκ μουσική μεταξύ
Κολωνακίου και Εξαρχείων . Το ραντεβού μας είχε κανονιστεί για ένα μεσημεράκι.
Σκεφτόμουν να πάρω ταξί για να φτάσω εκεί , αλλά αποφάσισα να πάω με τα πόδια. Επιθυμούσα
να εισπνεύσω την μαγεία της πόλης. Μια μαγεία τόσο παράξενη στην οποία βλέπεις την
αλήθεια όπως είναι στους δρόμους. Έφτασα εκεί ,όντας αγχωμένη δέκα λεπτά πριν το
ραντεβού μας. Σε λίγο ήρθε και εκείνη , καθίσαμε και παραγγείλαμε τον καφέ
μας. Συγκινήθηκε μάλιστα, διότι ο χώρος της έφερνε μια γλυκιά νοσταλγία στο νου.
Ήταν ακριβώς ίδιο από τότε που πήγαινε εκεί όταν ήταν έφηβη. Η συζήτηση μας
κύλησε κάπως έτσι...
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε; Θέλατε ανέκαθεν να γίνετε συγγραφέας; Πότε
νιώσατε για πρώτη φορά την ανάγκη να δείτε τη σκέψη σας αποτυπωμένη στο χαρτί;
Δεν ξέρω μου φαίνεται πως πάντα έγραφα. Και με τις δύο έννοιες. Με μολύβι
και χαρτί αλλά και νοερά επινοώντας ιστορίες. Όλοι έγραφαν εκεί που μεγάλωσα, ήταν
φυσικό όπως σε άλλο περιβάλλον είναι το μαγείρεμα ή κάποια σπορ.
Πέρσι που κυκλοφόρησαν τα διηγήματα της αδελφής μου υπολόγισα ότι από
όλη μου την οικογένεια μόνο δύο πρόσωπα (ο πατερας και μια αδελφή μου) δεν έχουν
βγάλει βιβλίο. Ακόμα.
Μεγαλώσατε στην Αθήνα. Πώς σας φαίνεται η Αθήνα του τότε; Συγκρίνετε
μου το παρελθόν και το παρόν της πόλης. Τι σας αρέσει και τι όχι ;
Σήμερα με συγκινεί μα τότε ήταν βασανιστική πόλη. Μεγάλωσα στο κέντρο,
στη Νεάπολη και στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Κάθε φορά που με έβγαζαν από το σπίτι
βρισκόμουν μπροστά σε νέα χαλάσματα, γκρέμιζαν τα παλιά σπίτια που ως τότε ήταν
σημεία αναφοράς της παιδικής μου βόλτας. Ξεριζώνονταν τα γιασεμιά και τα νυχτολούλουδα,
ξεχύνονταν στο δρόμο κατσαρίδες, ποντίκια και οι γάτες που είχα συνηθίσει να τις
κοιτάζω από ψηλά να λιάζονται στα κεραμίδια, κρέμονταν στο κενό οι σφυρήλατες γυριστές
σκάλες οι τόσο χαρακτηριστικές.. Οι σόλες των παπουτσιών μας ήταν πάντα λευκές,
από τον ασβέστη των οικοδομών και το καλοκαίρι τα κομπρεσέρ έκαναν αδύνατη την παραμονή
στο σπίτι.
Αυτές τις μέρες επισκευάζουν μια πολυκατοικία δίπλα στο σπίτι μου κι
ακούω το μηχάνημα με το οποίο τρίβουν και θυμάμαι εκείνο το πνίξιμο, το μόνιμο εκνευρισμό
του συνεχούς θορύβου. Δεν ξέρω αν υπάρχουν σιγαστήρες γι αυτά τα εργαλεία αλλά θα
έπρεπε να εφευρεθούν ή έστω κάποιο υποχρεωτικό ασφαλιστικό προϊόν που να εξασφάλιζε
αποζημίωση από τους εργολάβους, παραμονή σε κάποιο άλλο χώρο για όσο κρατά το μαρτύριο.
Το ν’αφήσει κανείς τη ζωή του στην πόλη και να πάει να ζήσει στην Εξοχή
- στη Μύκονο εν προκειμένω-είναι τεράστια και δύσκολη απόφαση. Εσάς τι σας ώθησε
σ’αυτή την απόφαση ζωής;
Η ησυχία, η γαλήνη, ο κύκλος των εποχών, το ότι (όπως έλεγε η Κάρεν Μπλίξεν)
εμείς ξέρουμε ότι η Πρωινή Σελήνη δεν είναι Νέα Σελήνη.
Κι ίσως να με έδιωξε και η Αθήνα. Δεν τη βρίσκω άσχημη όπως άλλοι αλλά
με ενοχλεί που δεν την αγαπούν, μοιάζει με γυναίκα που την κακομεταχειρίζονται.
Είναι Αθηνοκεντρικός ο τρόπος διακυβέρνησης κι οι κάτοικοι ξέρουν πως για να προχωρήσουν
πρέπει να είναι εδώ αλλά μόλις βρεθεί κενό 'δραπετεύουν'. Σα να μην είναι εδώ τα
σπίτια τους, σα να είναι δέσμιοι σε κάτεργο. Οι λέξεις λένε πολλά, το δραπετεύουν/εγκαταλείπουν
που ακούμε σε κάθε τριήμερο είναι πρωτοφανές, δε θα το πει ο Παριζιάνος ή ο Νεοϋορκέζος
κι ας φεύγουν κι εκείνοι τα σαββατοκύριακα.
Ο Σιδηρόπουλος - τον οποίο γνωρίζατε προσωπικά-τραγούδαγε
« Η φαντασία στην εξουσία». Αν μπορούσατε να διαλέξετε εσείς έναν άνθρωπο του πνεύματος
ή της Τέχνης που θα κατείχε τα ηνία της εξουσίας στην Ελλάδα ποιος θα ήταν αυτός
και γιατί;
Επιτρέψτε μου να σας διορθώσω: Δεν είναι οι άνθρωποι του πνεύματος,
το πνεύμα είναι των ανθρώπων.
Το 'Η Φαντασία στην Εξουσία' ήταν σύνθημα του Μάη του '68. Αίτημα μιας
εκρηκτικής στιγμής, με όλη τη φρεσκάδα των νεανικών εξεγέρσεων. Και αν θυμάμαι καλά
το τραγούδι κάτι τέτοιο λέει. '..Βάλε ταχύτητα με την καρδιά/η φαντασία στην εξουσία
/δώσε τα ρέστα σου για μια βραδιά'. Πάτα το γκάζι,.. για μια βραδιά.. Μιλά για μια
μικρή επανάσταση.
Τα νιώθουμε αυτά, έτσι είναι το πάθος. Όμως αλίμονό μας αν κυβερνούσαν
οι καλλιτέχνες, θα τους χάναμε κι αυτούς και χώρα χωρίς Τέχνη χάνει την επαφή με
το παρελθόν της, δεν έχει μέλλον. Είναι σπουδαίο πράγμα η πολιτική, θέλει κι αυτή
τη «τέχνη» της• καλούς τεχνίτες όπως η Κηπουρική, η Ιατρική. Ωστόσο αλίμονό μας
… διότι ο Καλλιτέχνης είναι η γέφυρα, το διάμεσο ανάμεσα στο εφικτό και το ανέφικτο.
Ο Στοχαστής φέρνει το όραμα, ο Καλλιτέχνης οφείλει να είναι κριτής, η λυδία λίθος
στη οποία δοκιμάζονται οι αξίες.
Πώς βλέπετε την πολιτική που ασκείται σήμερα; Ο κόσμος περνάει δύσκολα,
υπάρχει μια μέση λύση; Πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα αισιόδοξα επίσης πώς οδηγηθήκαμε
σ’αυτό το οικονομικό τέλμα κατά την άποψη σας;
Είμαι έντρομη όπως κάθε λογικός άνθρωπος.
Δεν είμαι πολιτικός για να ξέρω τι θα μπορούσε να γίνει, δεν έχω τις
πληροφορίες ούτε τη γνώση για να επεξεργαστώ όσες έχω.
Δεν πιστεύω στους ηγέτες ή στα ηνία και σε όλα αυτά αλλά κοιτάζοντας
προς τα πίσω νομίζω ότι είναι χαρακτηριστικό που για πάνω από μισό αιώνα κυβερνούν
οικονομολόγοι και επικοινωνιολόγοι, άνθρωποι επιτυχημένοι στον κόσμο του εφήμερου,
τα media. Ατομικά ίσως υπάρχουν και εξαιρέσεις αλλά και οι δυό αυτοί κλάδοι πάσχουν
σε γνώση και αίσθηση της Ιστορίας, δε θέτουν ανθρωπιστικές προτεραιότητες και, κυρίως,
δε στοχάζονται μακροπρόθεσμα. Έτσι δεν είναι προτεραιότητά τους ο στοχασμός για
το τι κοινωνία ονειρευόμαστε, πώς θα θέλαμε να ζήσουμε, τι θέλουμε να διασώσουμε
και τι μας λείπει. Κι όταν χρειάζεται να επικαλεστούν ιδανικά (συνήθως σε προεκλογικές
εκστρατείες ή όταν προσπαθούν να επιβάλλουν δυσάρεστα μέτρα) καταφεύγουν σε κούφιες
ξεπερασμένες έννοιες κι επικαλούνται πατρίδες, σύνορα και άλλα πεπερασμένα.
Αισιόδοξοι είμαστε όμως, δυστυχώς πάντα είναι οι άνθρωποι, νομίζουν ότι
αν τη γλιτώσουν σήμερα, αύριο μπορεί να φτιάξουν τα πράγματα. Κι έτσι πορευόμαστε.
Τι σας απογοητεύει και τι σας ενθουσιάζει περισσότερο στους ανθρώπους;
Τα ίδια ίσως; Αυτό που μας ενθουσιάζει συνήθως δεν είναι αυτό που μας
κουράζει όταν βαρεθούμε;
Στο ποίημα σας «Επικούρειο» αναφέρετε
«Όταν θα έρθει ο θάνατος
εδώ δε θα με βρει.
Oταν θα έρθει ο θάνατος
πείτε του ότι λείπω.»
Φοβάστε τον θάνατο; Έχετε πλάσει κάποια ιδέα για το τι συμβαίνει αφού
φύγουμε;
Ποιος δε φοβάται το άγνωστο; Κι είναι και το σώμα, η λατρεία του σώματος
που το φροντίζουμε, το γυμνάζουμε, το αλείφουμε με κρέμες, προβληματιζόμαστε τι
να φάμε, τι να πιούμε προκειμένου να συντηρηθεί σε καλή κατάσταση δίχως να αντέχουμε
να παραδεχθούμε πως δεν διαφέρουμε από σαβανωτές και ταριχευτές αφού όλη μας η ζωή
αφιερώνεται στη φροντίδα να είναι ωραία η σωρός που θα παραδώσουμε στην κηδεία.
Με το Θάνατο έχω ένα έντονο φλερτ πια. Παίζω μαζί του όπως όταν χρησιμοποιώ
τα λόγια του Επίκουρου.
Πριν κάποια χρόνια έπαθα μια σοβαρή αρρώστια που με άλλαξε, συνειδητοποίησα
ότι αν σου δοθούν τρία χρόνια ζωής μπορείς να τα ζήσεις σα δέκα ή μπορείς να πέσεις
σε άρνηση, να κλαις, να τρέχεις από γιατρό σε γιατρό σπαταλώντας κι αυτό το λίγο
που σου μένει. Εγώ τότε (είχα την τύχη να το καταλάβω νωρίς, ήμουν καλά, δεν υπέφερα)
επέλεξα να κάνω τα τρία χρόνια δέκα, να κάνω μόνο ό,τι αγαπώ κι αυτό που αγαπώ να
το εξαντλήσω. Έπινα, χόρευα, έγραφα. Τίποτε άλλο. Με το μετεγχειρητικό τσιρότο στο
λαιμό έκανα παρουσίαση του βιβλίου μου (την Πόρτα της Ληνώς της οποίας τελευταία
σελίδα είναι το Επικούρειο σα προφητεία που βρέθηκε εκεί εντελώς μεταφυσικά για
να ανοίξει το επόμενο κεφάλαιο της ζωής μου). Από τότε ο Θάνατος είναι πάντα δίπλα
μου και με βοηθά να ζω καλύτερα, συνειδητά.
Δεν συνηθίζετε να μιλάτε συχνά δημόσια. Για ποιο λόγο αυτό;
Μιλάω μόνο γι αυτά που ξέρω. Ο πιο πολύς κόσμος θα βαριόταν.
Απαντώντας το ερωτηματολόγιο του Προύστ έχετε απαντήσει στην ερώτηση
«Αν συναντούσατε το Θεό τι θα θέλατε να σας πεί;» , «Κουβέντα, του έχω θυμώσει.»Γιατί
αυτός ο θυμός; Ποια η σχέση σας με τον Θεό; Πιστεύετε σ’ εκείνον ως μία ανώτερη
δύναμη ή στον μικρό θεό που λέγεται ότι κρύβεται μέσα σε κάθε άνθρωπο;
Είμαι άθεη. Και αγνωστικίστρια προσθέτω, πράγμα που εξοργίζει τους
άθεους γιατί είναι, μου λένε, σα να αφήνω ένα πορτάκι ανοιχτό. Μα δεν αφήνω. Ο άνθρωπος
φτιάχνει θεούς καθ' ομοίωσιν του κι αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, σαν τους Αγίους
που ήρθαν να πάρουν τα υπουργεία από τους αρχαίους θεούς. Είναι ενδιαφέροντα όλα
αυτά, γοητευτικά και πολύ δυνατά. Αγαπώ τα σύμβολα, τα σέβομαι.
Aν πηγαίνατε κάπου που δεν θα είχατε την δυνατότητα να αγοράσετε βιβλία
και έπρεπε να πάρετε ένα μόνο δικό σας βιβλίο μαζί για να το διαβάζετε συνεχώς.
Ποιό θα ήταν αυτό και γιατί;
Δικό μου.. εννοείτε γραμμένο από εμένα;
Κανένα εκδοθέν, δε είμαι από αυτούς που ξαναδιαβάζουν τα βιβλία τους.
Θα έπαιρνα ένα ανέκδοτο, μισοτελειωμένο για να το τελειώσω και να μην τρελαθώ από
πλήξη.
Υποφέρω αν δεν έχω βιβλία.
Είσαστε ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη σε κοινωνικά ζητήματα. Ασχολείστε
με τον εθελοντισμό; Αυτή την περίοδο συμμετείχατε σε κάποια δράση;
Ναι έχουμε φτιάξει στη Μύκονο που ζω μια μονάδα Ανακύκλωσης, το Μοίκονος.
Είναι τεράστιο το ζήτημα των σκουπιδιών στο νησί, έχουν γίνει φοβερές ατασθαλίες
με συνέπεια να καίγεται το σκουπίδι σε μια φωτιά που καίει αδιάκοπα με ολέθριες
συνέπειες για την υγεία μας. Είμαστε πολύ περήφανοι που φτιάξαμε το Μοίκονος εμείς
οι κάτοικοι, επενδύοντας μια μετοχή των €100 ο καθένας και με τα έσοδα από την πώληση
ανακυκλώσιμων πληρώνουμε το νοίκι και τους εργάτες μας, και επανεπενδύουμε.
Στη Μύκονο κάνουμε και εθελοντικά μαθήματα. Έχει πολύ ενδιαφέροντες ανθρώπους
το νησί, καλλιτέχνες, επιστήμονες.. Σκεφτήκαμε λοιπόν να μοιραστούμε τις γνώσεις
μας. Εγώ έκανα ένα δίωρο την εβδομάδα Ποίηση-Στιχουργική. Στην ουσία μου δώθηκε
ευκαιρία να κουβεντιάσω αυτά που αγαπώ, έφερνα τραγούδια, να ακούσουμε, ποιήματα
να διαβάσουμε. Νόμιζα ότι δε θα είχα ανταπόκριση, ποιος νοιάζεται έλεγα. Να σκεφτείτε
δεν έκανα εγγραφές, νόμιζα ότι κι αν γραφτούν μετά που θα βαριούνται να έρθουν θα
ντρέπονται να με συναντήσουν. Είπα λοιπόν ότι θα έχω ανοιχτές τις πόρτες κι όποιος
θέλει ας μπαίνει έστω και για λίγο, να ακούσει ένα ποίημα ανάμεσα στις δουλειές
του- κακό δεν κάνει. Και τελικά είχα μεγάλη ανταπόκριση, κανείς δεν εγκατέλειψε,
ίσα- ίσα έφερναν και φίλους. Και πεσκέσια, μια κοπέλα μας αγόρασε για όλους από
ένα τεύχος ενός μικρού περιοδικού Ποίησης που ανακάλυψε (Αστυδρόμος λέγεται), ένας
κύριος της Γαστρονομικής Λέσχης του νησιού μας έφερνε σπιτική λεμονάδα ή Gin
Fizz, ο αμπελουργός μας έφερνε κρασί, άλλοι μεζεδάκια..
Σας τα λέω αναλυτικά διότι για μένα ήταν αποκάλυψη. Με τον εθελοντισμό
ξεδιπλώνεται η γενναιοδωρία των ανθρώπων. Ξεκινώντας με προσφορά και αποδεσμευμένος
από τα δεσμά της τάχα εμπορικότητας, ανακαλύπτεις πως δεν είναι μόνο το εύκολο και
το πεπατημένο δημοφιλή. Μπορεί ο επενδυτής να φοβάται να ρισκάρει και να αναπαράγονται
ξανά και ξανά οι ίδιες ιστορίες στα σίριαλ και τις επιθεωρήσεις αλλά το κοινό διψά
για το αλλιώτικο.
Διψάμε για γνώση. Παρακολούθησα τα μαθήματα Μυκονιάτισας Καθηγήτριας
του Πανεπιστημίου Αιγαίου με θέμα την Ανθρωπολογία του Τουρισμού κι ήταν γεμάτη
η αίθουσα, δεν τα χορταίναμε. Τόσο διαφορετικοί άνθρωποι μεταξύ μας (από συνταξιούχο
οικοδόμο απόφοιτο Δημοτικού ως επιχειρηματία απόφοιτο Νομικής) κρεμόμασταν από τα
χείλη της.
Και το άλλο που ασχολούμαι και με καίει είναι ο Σύλλογος Θεραπευομένων
ΟΚΑΝΑ που φτιάξαμε για να προστατευθούν οι θεραπευόμενοι από αυθαιρεσίες και καταστρατηγήσεις
αλλά και για να διεκδικήσουμε καλύτερη θεραπεία, ενημέρωση, δικαιοσύνη. Για μένα
φλέγον είναι να χτυπηθεί και το στερεότυπο, η εικόνα του χρήστη που αναπαράγεται
κατά κόρον και που δεν αντιπροσωπεύει το σύνολο αλλά μια μικρή ομάδα που χρήζει
βοηθείας. Έχουμε ένα blog στο οποίο εκθέτουμε τις απόψεις μας για τη θεραπεία, τις
ουσίες αλλά και ευρύτερα τη θέση μας για την Αποποινικοποίηση. Βρέθηκα στην Αθήνα
διότι συμμετείχαμε στις εκδηλώσεις στην Τεχνόπολη στο Γκάζι. Μας προσκάλεσε η 'Θετική
Φωνή' επ' ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας HIV/AIDS.
Ανήκουμε κι εμείς στις ευπαθείς ομάδες όπως καταλαβαίνετε. Το ίδιο σημαντική
είναι για μας η ενημέρωση για τον HCV (τον ιό της Ηπατίτιδας C). Έχουμε χάσει πολλούς
ανθρώπους, ούτε δυό μήνες δεν είναι που πέθανε από κίρρωση ο πολύ καλός μου φίλος
Nicholas Liber• εσείς θα τον ξέρετε από το 'εν λευκώ', το θρυλικό εξώφυλλο του Σιδηρόπουλου.
Τα τελευταία χρόνια έφτιαχνε χάρτες. Μεγάλα, λάδια. Χάρτες τόπων φανταστικών. Σχεδιάζαμε
μια έκθεση στη Μύκονο, του έγραψα ένα μεγάλο ποίημα για να συνοδεύει τα έργα κι
ένα κείμενο για τον κατάλογο. Δεν προλάβαμε.
Τέλος μια προτροπή και μια συμβουλή για τους νέους .
'Η νιότη πάει χαμένη στους νέους', είπε ο Bernard Shaw, να το θυμούνται.
Διότι στη ζωή μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις αν πληρώνεις το λογαριασμό. Η δυστυχία
μας είναι μεγαλώνοντας να μας έρχεται ένας λογαριασμός για πράγματα που δε θέλουμε
πια.
*Την πρώτη φωτογραφία του άρθρου την τραβηξε ο Nicholas Liber underground ζωγράφος και καλός φίλος της Δάφνης Χρονοπούλου.
Οτι και να διαβαζεις που εχει γραψει η Δαφνη αλλα και να διαβαζεις
ΑπάντησηΔιαγραφήγι αυτα που μιλησε ειναι απολαυση
Πολλά πολλά ευχαριστώ!!
Διαγραφή